Πέμπτη 10 Οκτωβρίου 2013

Η έγκαιρη θεραπεία κάνει τη διαφορά στη σκλήρυνση κατά πλάκας



Η έναρξη της θεραπείας για τη σκλήρυνση κατά πλάκας αμέσως μετά τα πρώτα συμπτώματα, ακόμα και αν η διάγνωση δεν είναι βεβαία αλλά πιθανή, μπορεί να επιβραδύνει την εξέλιξή της, σύμφωνα με νεότερα ευρήματα που παρουσιάσθηκαν στο πρόσφατο συνέδριο της Αμερικανικής Ακαδημίας Νευρολογίας.
Το πότε θα αρχίσει η θεραπεία αποτελεί αντικείμενο διχογνωμίας στην επιστημονική κοινότητα, καθώς πολλοί πιστεύουν ότι η θεραπεία πρέπει να αρχίζει αφού υπάρξει δεύτερο επεισόδιο, ενώ άλλοι αντιτείνουν ότι η έγκαιρη θεραπεία μπορεί να κάνει τη διαφορά στην ποιότητα ζωής των ασθενών.
Τα νέα ευρήματα, άλλα εκ των οποίων αφορούν ήδη εγκεκριμένα φάρμακα και άλλα πειραματικά, υποδηλώνουν πως η αναμονή είναι επιζήμια.
Το όλο θέμα αφορά τόσο τους ασθενείς με συμπτωματολογία η οποία πληροί τα διαγνωστικά κριτήρια της σκληρύνσεως κατά πλάκας, όσο και εκείνους που βρίσκονται στο επονομαζόμενο «κλινικά μεμονωμένο σύνδρομο» (CIS).
Το κλινικά μεμονωμένο σύνδρομο είναι το δεύτερο στάδιο της σκληρύνσεως κατά πλάκας (το πρώτο στάδιο είναι το προκλινικό, κατά το οποίο ο ασθενής δεν έχει συμπτώματα και έτσι δεν απευθύνεται στον γιατρό), κατά το οποίο ο ασθενής παρουσιάζει ένα μεμονωμένο κλινικό σύμπτωμα (π.χ. διαταραχή της όρασης επί μέρες).
Το επόμενο στάδιο της νόσου είναι η κλινικά βεβαία σκλήρυνση κατά πλάκας, όπου ο ασθενής παρουσιάζει ένα ή περισσότερα συμπτώματα τα οποία συνοδεύονται και από ευρήματα στην μαγνητική τομογραφία.
Η σκλήρυνση κατά πλάκας εμφανίζεται με πολλές μορφές (υποτροπιάζουσα μορφή, δευτεροπαθώς προϊούσα μορφή, πρωτοπαθώς προϊούσα μορφή), κάθε μία εκ των οποίων έχει τα δικά της κλινικά και απεικονιστικά χαρακτηριστικά.

Βλάβες στον εγκέφαλο
Μετά την εμφάνιση του πρώτου συμπτώματος της νόσου (δηλαδή μετά το CΙS) διαπιστώνονται βλάβες στον εγκέφαλο, οι οποίες αυξάνονται σε αριθμό με την πάροδο του χρόνου και συνοδεύονται από σημεία ελάττωσης του όγκου του εγκεφάλου και ατροφίας.
Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι για να επιβραδυνθεί η εξέλιξη της ασθένειας, να εμποδιστεί η εμφάνιση μεγάλων και συχνών υποτροπών, και να επιβραδυνθεί η αναπηρία, πρέπει να αρχίσει νωρίς η θεραπευτική αγωγή.
«Τα επιστημονικά στοιχεία από τις μελέτες της τελευταίας 10ετίας με τέσσερα από τα φάρμακα της σκλήρυνσης (τρεις ιντερφερόνες, glatirameracetate), συνηγορούν υπέρ του θετικού αποτελέσματος της πρώιμης έναρξης της θεραπείας, καθώς μπορεί να καθυστερήσουν κατά μία πενταετία κατά μέσον όρο την μετατροπή της νόσου από το κλινικά μεμονωμένο σύνδρομο σε βεβαία σκλήρυνση κατά πλάκας», λέει η νευρολόγος Κλημεντίνη Καραγεωργίου, τέως διευθύντρια του Νευρολογικού Τμήματος του Γενικού Νοσοκομείου Αθηνών «Γ. Γεννηματάς».
Μελέτες που χρονολογούνται από τη δεκαετία του ’70 έχουν δείξει ότι 82% των ασθενών που δεν έκαναν θεραπεία, παρουσίαζαν στην πενταετία αναπηρία (λ.χ. δυσκολίες στη βάδιση), ενώ το 25% χρειαζόταν υποστήριξη (μπαστούνι) για να βαδίσει και το 8% είχε καθηλωθεί στο κρεβάτι.
Η έναρξη της θεραπείας με τη διάγνωση της νόσου έχει αλλάξει τα ποσοστά αυτά. Έτσι η εμφάνιση των δυσκολιών στη βάδιση καθυστερεί 10 χρόνια στο μεγαλύτερο ποσοστό των ασθενών. Με άμεση θεραπεία κατά τη φάση του CIS, όμως, ο ένας στους δύο ασθενείς δεν θα καθηλωθεί ποτέ στην αναπηρική καρέκλα, ενώ οι υπόλοιποι μπορεί να αντιμετωπίσουν τη σοβαρή αναπηρία μέχρι και 30 χρόνια αργότερα.
Η χορήγηση φαρμάκων τόσο νωρίς στην πορεία της νόσου «σκοντάφτει» στις ανησυχίες γιατρών και ασθενών τόσο για τις τυχόν ανεπιθύμητες ενέργειες των φαρμάκων, όσο και για το γεγονός πως συνήθως στα πρώτα στάδια τα χορηγούμενα φάρμακα είναι σε ενέσιμη μορφή που φοβούνται οι άρρωστοι.
Οι συνηθέστερες ανεπιθύμητες ενέργειες των ιντερφερονών είναι γριπώδες σύνδρομο (π.χ. δέκατα, ρίγη, πόνοι στα οστά) στο περίπου 50% των ασθενών μετά από κάθε ένεση, ενώ σε πολύ μικρότερο ποσοστό παρατηρείται υποθυρεοειδισμός και διαταραχή του συναισθήματος (κατάθλιψη) σε ανθρώπους που είναι επιρρεπείς στην εκδήλωσή της.
Για την αντιμετώπιση του γριπώδους συνδρόμου, οι γιατροί αρχικά χορηγούν φάρμακα σε μικρές δόσεις τις οποίες σταδιακά αυξάνουν, καθώς και ένα αντιφλεγμονώδες παυσίπονο εάν χρειασθεί. Το πρόβλημα των ενέσεων αμβλύνεται με τη χρήση νέου τύπου συσκευών ενέσεων.
«Εάν ένας ασθενής παρουσιάσει σοβαρές ανεπιθύμητες ενέργειες πρέπει να ενημερώσει αμέσως τον γιατρό του, ούτως ώστε να γίνει τροποποίηση της αγωγής», διευκρινίζει η κυρία Καραγεωργίου.

Επιπλέον, «επειδή έπειτα από κάποιο διάστημα θεραπείας (συνήθως ένα-δύο έτη) ο οργανισμός μπορεί να αναπτύξει αντοχή στα φάρμακα, δεν πρέπει να διακόπτονται οι επισκέψεις στον γιατρό, αλλά οι ασθενείς να εξετάζονται με τη συχνότητα που εκείνος έχει καθορίσει, ούτως ώστε να σταθμίζεται η θεραπεία τους και, αν χρειασθεί, να τροποποιηθεί», προσθέτει.
Τι είναι
Η σκλήρυνση κατά πλάκας είναι μία χρόνια νευρολογική πάθηση, που εξελίσσεται με αργό ρυθμό. Η αιτία της είναι η βαθμιαία καταστροφή από τον ίδιο τον οργανισμό της μυελίνης ουσίας - της προστατευτικής «μόνωσης» που περιβάλλει και προστατεύει τις νευρικές ίνες του εγκεφάλου και του νωτιαίου μυελού.

Η απομυελίνωση, όπως λέγεται αυτή η διαδικασία, επεμβαίνει στην επικοινωνία των νευρικών κυττάρων μεταξύ τους, με συνέπεια να αναπτύσσονται τα χαρακτηριστικά συμπτώματα της σκληρύνσεως.
Τα συμπτώματα αυτά παρουσιάζουν διαφορές από ασθενή σε ασθενή. Τα πιο συνηθισμένα είναι αδυναμία στο ένα ή περισσότερα άκρα (εμφανίζεται στο 40% των ασθενών), διαταραχή όρασης στο ένα μάτι (εμφανίζεται στο 22% των ασθενών), παραισθησίες (21% των ασθενών), διπλωπία (12% των ασθενών βλέπουν τα πάντα διπλά), ενώ λιγότερο συχνά (στο 5%) παρατηρείται ίλιγγος, καυσαλγία και αίσθημα ηλεκτρικής εκκένωσης στην σπονδυλική στήλη και τα πόδια, νευραλγία τριδύμου (στο πρόσωπο), παροξυσμικά συμπτώματα και δυσαρθρία.
Οι πάσχοντες δεν αναπτύσσουν κατ’ ανάγκην όλα τα προαναφερθέντα συμπτώματα, ενώ αυτά μπορεί να διαρκέσουν λίγες ημέρες ή εβδομάδες και μετά να υποχωρήσουν πλήρως ή να αμβλυνθούν.
Υπολογίζεται ότι 2,5 εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο πάσχουν από σκλήρυνση κατά πλάκας, με τις γυναίκες ασθενείς να είναι σχεδόν τριπλάσιες από τους άνδρες, πιθανώς εξαιτίας του καπνίσματος που έχει αυξηθεί πάρα πολύ στις γυναίκες.
Στην εμφάνιση της σκληρύνσεως πιστεύεται ότι παίζουν ρόλο η προγενέστερη λοίμωξη από τον ιό που προκαλεί λοιμώδη μονοπυρήνωση και η έλλειψη βιταμίνης D (η νόσος είναι πιο συχνή στους βόρειους λαούς, όπου επικρατεί μειωμένη ηλιοφάνεια).
Αριθμοί
2,5 εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο πάσχουν από σκλήρυνση κατά πλάκας
500.000 Ευρωπαίοι πάσχουν από τη νόσο
10.000 Έλληνες πάσχουν από τη νόσο
20-40 ετών η συνηθέστερη ηλικία διάγνωσης της νόσου
3 φορές περισσότερες οι γυναίκες ασθενείς από τους άντρες


Πηγή : ΤΑ ΝΕΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου